Να αλλάζω συχνά τις ασκήσεις στην προπόνηση μου ή όχι?

Ένα συχνό φαινόμενο που παρατείνεται στις αίθουσες γυμναστηρίων και των personal studio είναι η συνεχής αλλαγή ασκήσεων, ακόμα και σε κάθε προπόνηση. Έχει όμως νόημα αυτή η προσέγγιση ή γίνεται απλά για να μην βαριέται ο πελάτης και για να φαίνεται η προπόνηση περισσότερο «Ψαγμένη»?

Η συχνή εναλλαγή ασκήσεων φαίνεται αρκετά δελεαστική λύση για κάποιον που βαριέται εύκολα (σύμφωνα με τα δικά του λεγόμενα) την προπόνηση με βάρη ή γενικότερα την ενδυνάμωση, αλλά στην πράξη δεν είναι και η καλύτερη επιλογή. Καταρχάς, το σώμα στην συχνή εναλλαγή ασκήσεων δεν προλαβαίνει να προσαρμοστεί στο ερέθισμα που του δίνουμε κάθε φορά με αποτέλεσμα μετά από κάθε προπόνηση ο ασκούμενος να νιώθει πολύ πιασμένος και να νομίζει ότι έχει κάνει καλή δουλειά. Στην ουσία όμως απλά έχει «μπερδέψει» τους μύες του, και τους έχει δώσει καινούργια ερεθίσματα χωρίς κάποιο προγραμματισμό ή στόχο. Αυτό σε βάθος χρόνου όχι μόνο δεν θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αλλά θα φέρει και πολύ έντονη νευρομυική κόπωση και αυξημένο κίνδυνο τραυματισμού (μύες και τένοντες δεν προλαβαίνουν να προσαρμοστούν γιατί δέχονται συνεχώς εντελώς διαφορετικά ερεθίσματα) .

Έτσι, η συνεχής εναλλαγή των ασκήσεων δεν «σέβεται» την αρχή της προοδευτικής αύξησης της επιβάρυνσης, αφού αλλάζοντας συνεχώς ασκήσεις, δεν μπορεί να υπολογιστεί εύκολα ούτε η προηγούμενη επιβάρυνση(σε κιλά ή επαναλήψεις ή σετ κλπ.) , ούτε η επόμενη που θα θέλουμε να προσθέσουμε.

Ποια είναι η λύση όμως για τα βέλτιστα αποτελέσματα?

Μια πολύ καλή λύση θα ήταν να διατηρήσουμε έναν βασικό κορμό ασκήσεων σε κάθε προπόνηση, και να προσθέτουμε ίσως 1,2 συμπληρωματικές ασκήσεις που μπορεί να είναι και διαφορετικές ανα περιόδους για να δώσουμε έμφαση κάπου που έχει ο ασκούμενος ανάγκη την εκάστοτε περίοδο, ή για να αυξηθεί και η ποικιλία της προπόνησης. Έτσι θα μπορούμε να εφαρμόσουμε την προοδευτική αύξηση της επιβάρυνσης(κιλά, επαναλήψεις κλπ.) και η βελτίωση θα είναι μετρήσιμη και εμφανής (και σωματικά, και προπονητικά). Παράλληλα το σώμα θα προλαβαίνει να προσαρμοστεί στα ερεθίσματα(αφού οι ασκήσεις θα είναι ίδιες), και εμείς θα ξέρουμε πότε θα χρειάζεται να αυξήσουμε ή να μειώσουμε την επιβάρυνση. Επίσης θα μπορούσαμε να αλλάζουμε και κάποιες από τις ασκήσεις κορμού πιο αραιά (ανα 3-4 μήνες ή ανά μεγαλύτερο διάστημα αν θέλουμε πχ. 1-2 χρόνια ή και καθόλου) . Πάντα θα υπάρχει χώρος για βελτίωση και πάντα θα υπάρχουν μικρές παραλλαγές αυτών των ασκήσεων για να μας δώσουν ένα μικρό ερέθισμα παραπάνω για τις περιόδους που δεν υπάρχει επιπλέον βελτίωση. Με σωστό προγραμματισμό και σεβόμενοι τις βασικές αρχές της προπονητικής, η βελτίωση θα είναι συνεχής και ενδιαφέρουσα.

Συμπερασματικά λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι η βαρεμάρα των ασκούμενων δεν έγκειται πάντα στην επιλογή των ασκήσεων, αλλά στα δικά τους προσωπικά κίνητρα και στην πειθαρχεία που κατέχουν (ή προσπαθούν να αποκτήσουν) . Αν μια προπόνηση αρχίσει να έχει καλύτερα αποτελέσματα, κατά έναν μαγικό τρόπο παύει να είναι βαρετή και αποκτά ένα άλλο ενδιαφέρον!

Σωτηρίου Λευτέρης,Physical education and sport sciece (UOA) , Certified Personal Trainer(CPT), Athlete, Founder of New healthier lifestyle Project

Δημοσιεύτηκε από τον newhealthierlifestyle

We promote a Healthier lifestyle. -Personal Training -Nutritional support -Weekly posts -Workshops

Σχολιάστε